ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
νόημα (το) noeme
θόρυβος (ο) noise
μείωση θορύβου (η) noise reduction 
σχηματοποίηση-μορφοποίηση θορύβου (η) noise shaping
ONOM NOM
όνομα που δηλώνει αποτέλεσμα ενέργειας (το) nomen acti
όνομα που δηλώνει ενέργεια (το) nomen actionis
όνομα που δηλώνει δράστη (το) nomen agentis
κοινό όνομα (το) nomen appellativum
νομενκλατούρα (η) nomen clature