ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
διμετάβατος,-η,-ο | ditransitive |
δίπτωτος,-η,-ο | ditransitive |
Διμετάβατος-η-ο, δίπτωτος-η-ο | ditransitive |
διμετάβατη δομή (η) | ditransitive construction |
διμετάβατο ρήμα | ditransitive verb |
δίπτωτο ρήμα | ditransitive verb |
ετικέτες ditto (οι) | ditto tags |
διττογραφία (η) | dittography |
διττολογία (η) | dittology |
ανιούσες δίφθογγοι | dittonghi ascendenti |