ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αρχή της κατανεμητικής προκατάληψης | distributional bias principle |
κατανεμητισμός (ο) | distributionalism |
επιμεριστικός,-ή,-ό | distributive |
Κατανεμητικός-ή-ό (καταν, ΚΑΤΑΝ) | distributive (dist, DIST) |
κατανεμητικός πληθυντικός | distributive plural |
κατανεμητική ανάγνωση/ερμηνεία (η) | distributive reading |
κατανεμητική αναφορά | distributive reference |
κατανεμητικό ρήμα (το) | distributive verb |
δισυλλαβικός,-η,-ο | disyllabic |
δισύλλαβος,-η,-ο | disyllable |