ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
μετατόπιση (η) dislocation
διαταραχή disorder
διασκόρπιση γλωσσών (η) dispersal of languages
Διασκόρπιση (η) dispersion
θεωρία της διασκόρπισης (η) Dispersion Theory
μετατεθειμένος,-η,-ο displaced
Μετατειθειμένη άρθρωση (η) displaced articulation
μετατεθειμένη ομιλία displaced speech
μετάθεση (η) displacement
παρουσιάζω οπτικά display