ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
βασική γνώση (η) | default knowledge |
προδεδομένη σημασία | default meaning |
βασικός συλλογισμός (ο) | default reasoning |
προτερόθετος κανόνας | default rule (DR) |
ουδέτερος κανόνας | default rule (DR) |
προτερόθετος χαρακτηρισμός | default specification |
ουδέτερος χαρακτηρισμός | default specification |
ουδέτερος χαρακτηρισμός (ο) | default specification |
βασική ποικιλία | default variation |
ανακλησιμότητα | defeasibility |