ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
διασταυρούμενη εξάρτηση (η) | crossed dependency |
προσπέραση (η) | crossover |
διασταύρωση (η) | crossover |
διασταύρωση | crossover |
προσπέραση (η) | crossover |
δομή διαναφοράς (η) | cross-reference structure |
γλώσσα του ποταμού Κρος (η) | Cross-River |
συγχρονικό δείγμα (το) | cross-sectional |
αντιπροσωπευτικό δείγμα (το) | cross-sectional |
διασταυρούμενη-σειριακή εξάρτηση (η) | cross-serial dependency |