ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
κριτική κατανόηση (η) | critical comprehension |
κριτική ανάλυση λόγου | critical discourse analysis |
κριτική γλωσσολογία | critical linguistics |
κρίσιμη περίοδος | critical period |
υπόθεση της κρίσιμης περιόδου (η) | critical period hypothesis |
υπόθεση της κρίσιμης ηλικίας | critical-age hypothesis |
κριτική (λεξικών) (η) | criticism |
Κροάτικα | Croatian |
διακατηγοριακή γενίκευση (η) | cross-categorial generalization |
διακατηγοριοποίηση (η) | cross-categorization |