ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
δημιουργική κατασκευή | creative construction |
υπόθεση της δημιουργικής κατασκευής (η) | creative construction hypothesis |
δημιουργικότητα | creativity |
αναγνώριση πνευματικής ιδιοκτησίας (η) | credit |
Κρη (η) (γλώσσα) | Cree |
κρεολή (γλώσσα) | creole |
μιγαδική γλώσσα | creole |
Κρεολή (η), μιγαδική γλώσσα (η), κρεολική γλώσσα (η) | creole |
Κρεολέζικα του σαλονιού | Creole de salon |
κρεολή γλώσσα | creole language |