ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
καταστάση επαφής (η) contact situation
έλεγχος επαφης (ο) contact test
ποικιλία επαφής (η) contact variety
καθομιλούμενη επαφής contact vernacular
Περιέχων-ουσα-ον Container
συγκράτηση (η) containment
επιμόλυνση contamination
σύγχρονη χρήση (η) contemporary usage
περιεχόμενο (το) content
ανάλυση περιεχομένου (η) content analysis