ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
περίσταση επικοινωνίας situation
σημασιολογία των περιστάσεων (η) situation semantics
σημασιολογία περίστασης situation semantics
περιστασιακός-ή-ό situational
περιστατικό κείμενο (το) situational context
περιστασιακό περικείμενο situational context
καταστασιακή γλωσσική διδασκαλία (η) situational language teaching
περιστασιακή σημασία (η) situational meaning
μέθοδος εκμάθησης μέσα από καταστάσεις (η) situational method
καταστασιακή διδακτέα ύλη (η)/καταστασιακό αναλυτικό πρόγραμμα (το) situational syllabus