ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
πραγματώνω | realize |
πραγματώνομαι | realize |
πραγματωμένος νεολογισμός (ο) | realized neology |
επαναναλύω | reanalyse |
επανανάλυση (η) | reanalysis |
Επανανάλυση (η), Επανάλυση (η) | reanalysis |
επαναδιευθέτηση (η) | rearrangement |
εξέλεγχος λογικοφάνειας | reasonableness check |
συλλογιστική (η), συλλογισμός (ο) | reasoning |
επανασυγκόληση (η) | reassambly |