ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
πλαίσιο αναφοράς βασισμένο στον προβολέα (το) projector-based reference frame
επιμηκυντικός,-ή,-ό prolative
πρόληψη (η) prolepsis
PROLOG (η) (γλώσσα προγραμματισμού) PROLOG
εξοχότητα (η) prominence
έξαρση prominence
προφάνεια (η) prominence
κορύφωση (η) prominence
προφανειακή άποψη (η) prominence view
έξοχος-η-ο prominent