ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
ανοσιολογία (η) profanity
επαγγελματικοί πόροι (οι) professional resources
(γλωσσική) επάρκεια (η) proficiency
τεστ γλωσσικής επάρκειας (το), αξιολόγηση γλωσσομάθειας (η) proficiency test
προφίλ (το), κατατομή (η) profile
προφίλ και βάση profile and base
ορίζουσα προφίλ (η) profile determinant
προβαλλόμενη σχέση (η) profiled relationship
κατάρτιση προφίλ (η) profiling
σχεδιασμός προγράμματος (ο) programme design