ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
Ÿφωνημικός κατάλογος (ο) phomemic inventory
μονάδα ακουστότητας (η) phon
φωναίσθημα (το) phon(a)estheme
φωναισθησία (η) phon(a)esthesia
φωναισθητική (η) phon(a)esthetics
φώνηση (η) phonation
διαδικασία φώνησης (η) phonation process
τύποι φώνησης (οι) phonation types
φωνητήριος τομέας (ο) phonatory component
ρύθμιση φώνησης (η) phonatory setting