ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
πειστικός,-ή,-ό persuasive
διακειμενικότητα (η) pertextuality
διαταραχή μετωπικού σήματος (η) pertrubed signal wavefront
Αποτελέσματα Πήτερς-Ρίτσι (τα) Peters-Ritchie results
πετρογλυφικό (το) petroglyph
ΦΔ PF
σύγκλιση ΦΔ (η) PF-convergence
κατηγορία-φάντασμα (η) phantom category
τεμάχιο-φάντασμα (το) phantom segment
λέξη-φάντασμα (η) phantonym