ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
έξοδος (η) | output |
γλωσσικό εξαγόμενο (το) | output |
Περιορισμός εξαγόμενης δομής (ο) | output constraint |
μορφότυπο εξόδου (το) | output format |
εξωτερικό μέρος (το) | outside matter |
ελλειψοειδές παράθυρο (το) | oval window |
ωοειδής,-ής,-ές | oval |
ελλειψοειδής,-ής,-ές | oval |
over (λέξη) | over |
υπεργενίκευση (η) | over-generalisation / overgeneralization |