ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
αριθμικός χαρακτήρας (ο) numerical character
αριθμική πληροφορία (η) numerical information
Νουορεζική (η) (γλώσσα) Nuorese
βρεφικός σχηματισμός (ο) nursery formation
βρεφική λέξη (η) nursery word
Νεονορβηγική (η) (γλώσσα) Nynorsk
αντικείμενο (το) object
πρόταση-αντικείμενο (η) object clause
Ομπο-Ουγγρική (η) (γλώσσα) (η) Ob-Ugric
βαθμίδα Ο (η) o-grade