ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
Πυρηνικός δυναμικός τόνος (ο) Nuclear stress
πυρηνικός τόνος (ο) nuclear stress
πυρηνική συλλαβή (η) nuclear syllable
πυ­ρη­νι­κός μου­σι­κός τό­νος (ο) nuclear tone
κανόνας πυρηνικού δυναμικού τόνου (ο) nuclear-stress rule (NSR)
πυρήνας (ο) nucleus
μηδενικός,-ή,-ό null
μηδενικό στοιχείο (το) null element
μηδενική υπόθεση (η) null hypothesis
παραγωγή μηδενικού στοιχείου (η) null production