ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
πολυωνυμικά πλήρης,-ες np-hard
Μετακίνηση ΟΦ (η) NP-movement
μετακίνηση ΟΦ (η) np-movement
Νουβική (η) (χώρα) Nubian
πυρηνικός,-ή,-ό nuclear
Πυρηνικά αγγλικά (τα) Nuclear English
Πυρηνική κατηγόρηση (η) Nuclear predication
πυρηνικές κατηγορήσεις (οι) nuclear predications
πυρηνικό πεδίο /εμβέλεια (το/η) Nuclear scope
πυρηνική πρόταση (η) nuclear sentence