ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
υβριστικό λεξιλόγιο | swearing vocabulary |
υπόθεση της διδαξιμότητας | teachability hypothesis |
υπεύθυνος ορολογίας (ο) | terminologist |
υπόθεση της τροχαϊκής προδιάθεσης (η) | trochaic bias hypothesis |
υπερφίλτρο (το) | ultrafilter |
υποεπέκταση (η) | underextension |
Υποεπέκταση (η), Υποέκταση (η) | underextension |
υποκείμενος-η-ο | underlying |
υποκείμενος τύπος (ο) | underlying form |
υποκείμενος τύπος (ο) | underlying form |