ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

424 results
Greek Term English Term
υφοστατική stylostatistics
ύφος ορισμού (το) defining style
ύφος ορισμού (το) definition style
ύφος ομιλίας (το) speech styles
ύφος μεγάλης εμπλοκής (το) high involvement style
ύφος μεγάλης διακριτικότητας (το) high considerateness style
ύφος (το) style
υφός (το) pitch
υφομετρία stylometry
υφολογικός-ή-ό stylistic