ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| τμήμα εγγραφής σταθερού μήκους | fixed length portion of a record |
| τμηματικός,-ή,-ό | modular |
| τμηματικότητα (η) | modularity |
| τμήμα (το) | module |
| τμήμα έργων αναφοράς (το) | reference department |
| τμήμα έργων αναφοράς (το) | reference division |
| τμήμα έργων αναφοράς (το) | reference section |
| Τλινγκίτ (η) (γλώσσα) | Tlingit |
| τμήμα εγγραφής μεταβλητού μήκους | variable length portion of a record |
| τμήμα λέξης | word segment |