ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

553 results
Greek Term English Term
ορολογικό γλωσσάριο (το) glossary
ορολογικό λεξικό technical dictionaries
ορολογικός ερανισμός term excerption
ορολογικό λεξικό terminological dictionary
ορολογικό λήμμα terminological entry
ορολογικό μορφότυπο terminological format
ορολογικό γλωσσάριο (το) terminological glossary
ορολογική τυποποίηση (η) terminological standardisation
ορολογικός σχεδιασμός terminology planning
ορολογικό λεξιλόγιο vocabulary