ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ορολογικό γλωσσάριο (το) | glossary |
ορολογικό λεξικό | technical dictionaries |
ορολογικός ερανισμός | term excerption |
ορολογικό λεξικό | terminological dictionary |
ορολογικό λήμμα | terminological entry |
ορολογικό μορφότυπο | terminological format |
ορολογικό γλωσσάριο (το) | terminological glossary |
ορολογική τυποποίηση (η) | terminological standardisation |
ορολογικός σχεδιασμός | terminology planning |
ορολογικό λεξιλόγιο | vocabulary |