ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

616 results
Greek Term English Term
λάρυγγας (ο) Kehlkopf
Λάνκαστερ - Όσλο/Μπέργκεν (το) Lancaster – Oslo / Bergen (LOB)
Λαοθιανά Laothian
Λαππική (η) (γλώσσα) Lapp
λαρυγγικά χαρακτηριστικά (τα) laryngeal features
λαρυγγική θεωρία (η) laryngeal theory
λαρυγγικά (τα) laryngeals
λάρυγγας (ο) larynx
Λαρζάκ (το) Larzac
Λαοθιανά (τα) LO