ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ετικετοποιητής (ο) | tagger |
ετικέτες ditto (οι) | ditto tags |
ετικέτα πορτμαντό (η) | portmanteau tag |
ετικέτα (η) | tag |
ετερώνυμο (το) | heteronym |
ετερωνυμία (η) | heteronymy |
Ετεροσύλλαβος-η-ο, Ετεροσυλλαβικός-ή-ό | heterosyllabic |
ετεροργανικός,-ή,-ό | heterorganic |
ετεροπροσωπία (η) | disjoint reference |
ετερόκλιτος-η-ο | heteroclitic |