ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| εκμετάλλευση δεδομένων | data mining |
| εκμαιεύω | elicit |
| εκμαίευση | elicitation |
| εκμαιευτική διαδικασία (η) | elicitation procedure |
| εκμαιευτικές δραστηριότητες | elicitation tasks |
| εκμαιευόμενη μίμηση (η) | elicited imitation |
| εκμάθηση ξένης γλώσσας (η) | foreign language learning |
| εκμάθηση με επίβλεψη | supervised learning |
| εκπαίδευση (η) | training |
| εκούσια καταστολή αντιδράσεων | voluntary suppression of responses |