ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| εισαγωγή δεδομένων | data entry |
| εισαγωγή δεδομένων | entering data |
| εισαγόμενο υλικό εστίασης (το) | focus input |
| εισαγόμενο υλικό πλαισίωσης (το), πλαισιωτικό εισαγόμενο υλικό (το) | framing input |
| εισαγωγή ημιφώνου (η) | glide insertion |
| Εισαγόμενο (το), είσοδος (η), εισαγόμενο υλικό (το) | input |
| εισάγω | insert |
| εισαγωγή (η) | insertion |
| ειρωνεία (η) | irony |
| εισαγόμενο από τον ακροατή (το) | other-initiated |