ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| επίμετρο (το) | back matter |
| επινόηση (λέξης) (η) | coining |
| επιμόλυνση | contamination |
| επιμεριστικός,-ή,-ό | distributive |
| επίπεδη δομή (η) | flat structure |
| επινοητική/ευφάνταστη/δημιουργική πρόζα (η) | imaginative prose |
| επίπεδα καθορισμού (τα) | layers vs conditional |
| επιμεριστικός,-ή,-ό από αριστερά | left distributive |
| επιμονή (η) | persistence |
| επιμηκυντικός,-ή,-ό | prolative |