ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| επίκοινο γένος (το) | common gender |
| επίκοινο όνομα (το) | common gender |
| επικοινωνία (η) | communication |
| επικοινωνιακή άσκηση (η) | communicative drill |
| επικοινωνιακή απομόνωση (η) | communicative isolation |
| επικοινωνία δεδομένων | data communication |
| επικοινωνιακές στρατηγικές | discourse management strategies |
| επίκοινος | epicene |
| επίκοινοόνομα | epicene |
| επικοινωνία των πρωτευόντων θηλαστικών (η) | primate communication |