ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1159 results
Greek Term English Term
δειγματολήπτης Βρετανικού Εθνικού Κόρπους (ο) British National Corpus sampler
δειγματολόγιο κόρπους (ο) corpus sampler
δείκτες λόγου discourse deixis
δείκτης λόγου discourse marker
δείκτης διακριτικότητας (ο) discrimination index
δείκτης exponent
δείκτης ευκολίας (ο) item facility
δείκτης (ο) marker
δείκτης άρνησης (ο) negator
δειγματοληψία sampling