ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
δείκτης χι στο τετράγωνο (ο) | chi square |
δεικτική κατηγορία (η) | deictic category |
δεικτική έκφραση (η) | deictic expression |
δεικτική θέση (η) | deictic position |
δεικτική προβολή | deictic projection |
δεικτικά άρθρα | demonstrative articles |
δεικτικές αντωνυμίες | demonstrative pronouns |
δεικτική έκφραση (η), λέξη με ασταθή αναφορά (η) | shifter |
δείκτης υπόταξης (ο) | subordinating conjunction / subordinator |
δείκτης υπόταξης (ο) | subordinator |