ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| δράστης (ο) | actor |
| δράστης (ο) | affector |
| δράστης (o) | agent |
| δραστική γλώσσα (η) | agentive language |
| δραστικά αντικείμενα (τα) | agentive objects |
| δυαδικά αντώνυμα (τα) | binary antonyms |
| δυαδικά συστήματα (τα) | binary systems |
| δρομολόγηση (η) | routing |
| δραστηριότητες δομημένου γλωσσικού εισαγόμενου | structured input |
| δραστηριότητα (η), δοκιμασία (η) | task |