ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
γραμματικοποίηση (η) | degrammaticalization |
γραμματικοποίηση (η) | gramma(ticalization/ticiza/tiza) |
γραμματικομεταφραστική μέθοδος (η) | grammar translation method |
γραμματικός κώδικας (ο) | grammatical code |
γραμματικός καθορισμός (ο) | grammatical conditioning |
γραμματικός όρος (ο) | grammatical term |
Γραμματικοποίηση (η) | Grammaticalization / grammaticization |
γραμματικοποιώ | grammaticalize |
γραμματικοποιώ | grammaticalize / grammaticize |
γραμματικοποιημένος,-η,-ο | grammaticalized |