ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
γραμματικό λεξικό (το) | grammar dictionary |
γραμματικό περιεχόμενο (το) | grammatical content |
γραμματικό λεξικό (το) | grammatical dictionary |
γραμματικό στοιχείο (το) | grammatical element |
γραμματικό γνώρισμα (το) | grammatical feature |
γραμματικό εγχειρίδιο (το) | grammatical handbook |
γραμματικό επίσημα (το) | grammatical label |
γραμματικό μόρφημα (το) | grammatical morpheme |
γραμματικό υποκείμενο (το) | grammatical subject |
γραμματικό ένθετο (το) | grammatical supplement |