ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
γνώση (η) | cognition |
γνώρισμα | cue |
γνωρίσματα προσώπου | facial cues |
Γλωττιδογράφημα (το) | Glottogram |
Γλωττιδογράφος (ο) | glottograph |
γλωττιδογραφία (η) | glottography |
γνωμική (η) (όψη) | gnomic |
γνάθος (η) | jaw |
Γνώση για τη Γλώσσα (η) | Knowledge about language |
γναθιαία ρύθμιση (η) | mandibular setting |