ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
υπόθεση της «πυράς» (η) «bonfire» view
μετακίνηση του α (η) a movement
θέση ορίσματος (Α-θέση) (η) A(rgument)-position
εκ των υστέρων/a posteriori αναλυτικό πρόγραμμα (το) a posteriori syllabus
εκ των προτέρων/a priori αναλυτικό πρόγραμμα (το) a priori syllabus
αντίστροφο λεξικό (το) a tergo dictionary
«σύνδρομο του πολυλογά» (το) «chatterbox syndrome»
«σύνδρομο του κοκτέιλ πάρτι» (το) «cocktail party syndrome»
«πανάκεια» εναντίον «Ελβετικού σουγιά» (η) «Auntie Maggie’s remedy» v. «Swiss army knife» view
«βασικό» λεξιλόγιο (το) «Basic» vocabulary