ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Ηλεκτρονικό Αρχείο Μηχανικώς Αναγνώσιμων Αγγλικών Κειμένων του Ίνσμπρουκ (το) | ICAMET |
ηχηρότητα (ενταση φωνητική) (η) | intensity |
ημισφαιρική εξειδίκευση (η) | lateralization |
ηγούμενος τόνος (ο) | leading tone |
ηγούμενο στοιχείο (το) | lexical antecedent |
ήπιος,-α,-ο | mellow |
ήπιο έναντι συριστικού/στενωτικού τριβόμενου (το) | mellow vs strident |
ημίκλειστος,-η,-ο | mid-close |
Ηλεκτρονικό Κόρπους των Αγγλικών του Τάινσαϊντ του Νιούκασλ (το) | Newcastle Electronic Corpus of Tyneside English (NECTE) |
ημιανοικτός,-ή,-ό | open-mid |