ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εγκαταλελειμμένος,-η,-ο | stranded |
εγκατάλειψη πρόθεσης (η) | preposition stranding |
εγκατάλειψη (η) | stranding |
Εγιάκ-Αθαμπάσκα (η) (γλωσσική οικογένεια) | Eyak–Athabaskan |
ΕΓΔΜ | RTN |
εγγύς | proximate |
έγγραφο | document |
εγγραφή δεδομένων (η) | recording data |
εγγραφή δεδομένων | recording of data |
εγγραφή (η) | record |