ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1747 results
Greek Term English Term
εγκαταλελειμμένος,-η,-ο stranded
εγκατάλειψη πρόθεσης (η) preposition stranding
εγκατάλειψη (η) stranding
Εγιάκ-Αθαμπάσκα (η) (γλωσσική οικογένεια) Eyak–Athabaskan
ΕΓΔΜ RTN
εγγύς proximate
έγγραφο document
εγγραφή δεδομένων (η) recording data
εγγραφή δεδομένων recording of data
εγγραφή (η) record