Αγγλικός Όρος
control verb
Κλάδος Γλωσσολογίας
ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ
Πηγή
Trask (1993)
Προτεινόμενος Ελληνικός Όρος
Όρος
ρήμα ελέγχου (το)
Πηγή
Νικολέττα Ε. Σαμαρίδη

feedback