- Αγγλικός Όρος
- testing
- Κλάδος Γλωσσολογίας
- ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ
- Πηγή
- Richards et al. (1985)
- Προτεινόμενος Ελληνικός Όρος
- Όρος
- δοκιμασιολογία (η), δοκιμολογία (η), τέστινγκ (το)
- Πηγή
- http://www.greek-language.gr/certification/research/lexicon/show.html?id=232