Αγγλικός Όρος
subject to object raising
Κλάδος Γλωσσολογίας
ΣΥΝΤΑΞΗ
Πηγή
Routledge Dictionary of Language and Linguistics (1996)
Προτεινόμενος Ελληνικός Όρος
Όρος
ανύψωση υποκειμένου σε αντικείμενο (η)

feedback