- Αγγλικός Όρος
- specifier (spec, SPEC)
- Κλάδος Γλωσσολογίας
- ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ
- Πηγές
- Trask (1993)
- Crystal (2008)
- Routledge Dictionary of Language and Linguistics (1996)
- Προτεινόμενοι Ελληνικοί Όροι
- Όρος
- χαρακτηριστής (ο)
- Πηγή
- Θεοφανοπούλου-Κοντού (2002)
- Όρος
- Πηγή
- Θεοφανοπούλου-Κοντού (2002)