Αγγλικός Όρος
rune
Πηγή
Routledge Dictionary of Language and Linguistics (1996)
Προτεινόμενος Ελληνικός Όρος
Όρος
ρούνος (ο)
Πηγή
Glosbe (https://el.glosbe.com/en/el/rune)

feedback