ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
μετάπτωση (η) | Abstufung |
μετάπτωση (η) | Abtönung |
λάθος χρήση (η) | abusage |
κακομεταχείριση (η) | abuse |
κακομεταχειρίζομαι | abuse |
ακαδημαϊκό λεξικό (το) | academic dictionary |
ακαδημαϊκή λεξικογραφία (η) | academic lexicography |
ακαδημία (η) | academy |
ακαδημαϊκό λεξικό (το) | academy dictionary |
επιτάχυνση (η) | acceleration |