ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Φεροϊκή (η) (γλώσσα) | FO |
φορμαλισμός (ο) | formalism |
φορμαλιστικός,-ή,-ό | formalist |
φωνοσυντονισμός (ο) | formant |
Φρέιμνετ (το) | Framenet |
Φριζική (η) (γλώσσα) | Frisian |
Φριουλανική (η) (γλώσσα) | Friulian |
Φουρ (η) (γλώσσα) | Fur |
Φούθαρκ (η) (γραφή) | futhark |
Φρισική (η) (γλώσσα) | FY |