ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Ουτο-Αζτέκικη (η) (γλώσσα) | Uto-Aztecan |
Ουζμπέκ | UZ |
Ουζμπέκ | Uzbek |
Ουζμπέκ (η) (γλώσσα) | Uzbeki |
οπτική γωνία | vantage point |
όχημα | vehicle |
οικείο ύφος (το) | vernacular |
οπίσθια όψη (η) | verso |
οπτική γωνία (η) | viewpoint |
ορατότητα (η) | visibility |