ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

553 results
Greek Term English Term
ουρανικά ρινικά (τα) palatal nasals
ουρανικό σύμφωνο (το) palatal consonant
ουρανικοποίηση (η) palatalization / palatalisation
ουρανικοποίηση / ουράνωση (η) palatalization
ουρανικός,-ή,-ό palatal
ουρανικότητα (η) palatality
ουρανικοφατνιακά τριβόμενα (τα) palato-alveolar fricatives
ουρανισκογράφημα (το) palatogram
ουρανισκογραφία (η) palatography
ουρανισκογραφικός-ή-ό / παλατογραφικός-ή-ό palatographic