ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
κυμάτωση | undulation |
κυματισμός | undulation |
κατανόηση (η) | understanding |
Καθολική Γραμματική (η) | ug |
Κατηγοριακή Γραμματική Ενοποίησης (η) | ucg |
κανόνας ανύψωσης τύπου (ο) | type-raising rule |
κανόνας χαμήλωσης τύπου (ο) | type-lowering rule |
Κατανομή της συνεισφοράς (η) | turn-taking |
κατανομή της συνεισφοράς | turn-taking |
κανόνας περικοπής (ο) | truncation rule |