ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
διθέσια αντίστροφα αντώνυμα | two-place opposites |
διθέσιο κατηγόρημα (το) | two-place predicate |
διπλοκατευθυντικό λεξικό (το) | two-way dictionary |
Διαλυτικά μεταφωνίας (τα), ουμλάουτ | umlaut |
δέκτης (ο) | undergoer |
δυναμικά μη τονισμένος-η-ο | unstressed |
διακύμανση | variance |
διανυσματική κβάντιση | vector quantization |
διάγραμμα Βεν (το) | Venn diagram |
δομή ρηματικής νησίδας (η) | verb-island construction |