ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
διερμηνεία | translation |
διαφάνεια (η) | transparency |
διαπερατότητα (η) | transparency |
διαπερατός-ή-ό | transparent |
διαπερατός-ή-ό, διαφανής-ής-ές | transparent |
διαφανές/διαπερατό περικείμενο (το) | transparent context |
διαφανές/διαπερατό φωνήεν (το) | transparent vowel |
διαφραστική ανάλυση (η) | transphrastic analysis |
διαπεδιακή τοπικότητα | transplanar locality |
δένδρο (το) | tree |